Κριτικές
Πληροφορίες
Perfect…Performance |
ΚΡΙΤΙΚΕΣ - America Hurrah |
«Φουαγιέ Απρίλιος 2006» Τεύχος 4
«AMERICA HURRAH» Του Ζαν-λοντ Βαν ‘Ιταλυ
Perfect…Performance
Το Open Theatre και ο Jean-Claude van Italie Το Open Theatre δημιουργήθηκε το 1963 από μια ομάδα συγγραφέων, σκηνοθετών και ηθοποιών. Ηγετική φυσιογνωμία της ομάδας υπήρξε ο Joseph Chaikin. Βασικοί στόχοι του πρωτοποριακού αυτού θεάτρου ήταν η αποδέσμευση από τις συμβατικές μορφές θεατρικής πρακτικής και η διερεύνηση νέων δυνατοτήτων όσον αφορά την υποκριτική. Μεγάλη έμφαση δινόταν στους ηθοποιούς, οι οποίοι μέσω μιας σειράς ασκήσεων και αυτοσχεδιασμού φρόντιζαν να καλλιεργούν το συλλογικό πνεύμα, τη διαρκή σωματική κίνηση και τους ήχους, στοιχεία που αντικαθιστούν τον έτσι κι αλλιώς ανεπαρκή λόγο, ο οποίος σύμφωνα με τον Chaikin δεν μπορεί να περιγράψει τις πολλαπλές πτυχές που απαρτίζουν την πραγματικότητα. Με γνώμονα τη μετάβαση από τον νατουραλισμό στην αφαίρεση, που χαρακτηρίζει το μοντέρνο θέατρο, η ανανέωση των μεθόδων υποκριτικής έπρεπε να συμβαδίζει με την ύπαρξη συγκεκριμένων κειμένων, ικανών να προωθήσουν την επικοινωνία του ηθοποιού με το κοινό. Ο Jeaun Claude van Italie είναι μαζί με την Megan Terry οι πιο σημαντικοί συγγραφείς του Open Theatre, οι οποίοι έγραφαν τα έργα τους ευρισκόμενοι σε πολύ στενή συνεργασία με τους ηθοποιούς. Οι ιδέες των συγγραφέων λειτουργούσαν ως έναυσμα για τους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών ή εναλλακτικά σχηματοποιούσαν τους ελεύθερους αυτοσχεδιασμούς τους.
America Hurrah: Μια παράσταση – Σταθμός Το «America Hurrah” παρουσιάστηκε ως τριλογία στο Pocket Theatre το 1966 και έγινε μεγάλη επιτυχία του Open Theatre. Το έργο αποτελείται από τρία μονόπρακτα. Η «Ακρόαση» (ή αλλιώς Συνέντευξη), εκτυλίσσεται σ’ένα γραφείο εύρεσης εργασίας, όπου όλοι οι υποψήφιοι απαντούν στο επίθετο Σμιθ. Υπάλληλοι και άνεργοι επαναλαμβάνουν στερεότυπες ερωταποκρίσεις και γελοίες, τυποποιημένες κινήσεις με στόχο τη διακωμώδηση του κλειστοφοβικού και εσωστρεφούς αμερικανικού τρόποι ζωής, που λειτουργεί με βάση απαραβίαστους κανόνες και αρτηριοσκληρωτικές αξίες.
Η «Τηλεόραση» αποτελεί μια σκληρή προφητεία για την αλλοτριωτική επιρροή των μέσων μαζικής ενημέρωσης πάνω στο άτομο. Το «Μοτέλ», που έχει παρουσιαστεί αρχικά στο «La Mama» με μάσκες του Bob Wilson, (μαζί με την «Ακρόαση»), συνιστά μια απόπειρα καταγραφής της υποκρισίας, που χαρακτηρίζει τη δομή της αμερικανικής κοινωνίας με τρόπο αμιγώς θεατρικό, εμπνευσμένο από τον Artaud, σύμφωνα με τον συγγραφέα. Η επιφανειακή απόλαυση της πολυτέλειας και των υλιστικών ανέσεων που προσφέρονται στον πολίτη-πελάτη του Μοτέλ, διατυμπανίζονται από την τεράστια κούκλα – ιδιοκτήτρια στον ακατάσχετο μονόλογο της. Κάτω όμως από αυτό το ελκυστικό περιτύλιγμα, τα πάγια προβλήματα της βίας, των κοινωνικών ανισοτήτων, της ελλειμματικής επικοινωνίας μεταξύ τω ανθρώπων, όπως αυτή απεικονίζεται στη σχέση το άνδρα και της γυναίκας που φιλοξενούνται στο μοτέλ, παραμένουν πιο απειλητικά από ποτέ. Τον αποκεφαλισμό της κούκλας-ιδιοκτήτριας από το ζευγάρι εν μέσω εκκωφαντικής μουσικής, διαδέχεται μια ακόμη πιο εκκωφαντική σιωπή.
Ζήτω η Ομάδα «Άσκηση» Η νεοσύστατη εταιρία θεάτρου «Άσκηση» που ιδρύθηκε από τους απόφοιτους της «Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης του Δήμου Αγίας Βαρβάρας, Ιάκωβος Καμπανέλης» και τον Περικλή Μουστάκη, παρουσιάζει μια υψηλών προδιαγραφών performance που βασίζεται στην «Ακρόαση» και στο «Μοτέλ». Με βασικό ατού τον πλούτο των εκφραστικών μέσων των ηθοποιών που κινητοποιείται στο έπακρο, επιτυγχάνοντας θεαματικά αποτελέσματα, η παράσταση αποκτά από την πρώτη στιγμή μια αέναη ζωτικότητα και ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Ένα παραληρηματικό κολάζ εικόνων, ήχων και αισθημάτων μοναδικής ακρίβειας, ένα ελεύθερο παιχνίδι εντυπώσεων και σχέσεων ανάμεσα σε θεατές και performers, που απολήγει στο μοίρασμα της κοινωνικής εμπειρίας και του κοινού προβληματισμού της δεδομένης χρονικής στιγμής. Η συνύπαρξη σκληρής δουλειάς από πλευράς ηθοποιών με την εμπνευσμένη καθοδήγηση του σκηνοθέτη, έχει σαν αποτέλεσμα την ανάδειξη μιας ομάδας δεμένης σαν γροθιά και τη δημιουργία ποιητικών στιγμών σε κάθε σκηνή της καθημερινότητας. Μικρά διαμάντια πεταμένα στον πολύβουο δρόμο, στο λόγο του πολιτικού, στο ατύχημα, στο γυμναστήριο. Στο «Μοτέλ», κορυφαία στιγμή της παράστασης, ο βίαιος καταιγισμός αντικειμένων παραπέμπει συνειρμικά σ’ένα αποπνικτικό συναίσθημα καταναλωτικής υστερίας, κενού και απανθρωποποίησης, αντίστοιχου με αυτό που εικονογραφεί ο Αντονιόνι στο φινάλε του Zabriskie Point.
Ιωάννα Νταβαρίνου
|