Κριτικές
Πληροφορίες
Σκηνοθέτης, αυτός ο δικτατορίσκος |
ΚΡΙΤΙΚΕΣ - ΑΠΟΨΕ ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΑΖΟΥΜΕ |
Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ Η συγκυρία υπήρξε πράγματι καλή. Ιδωμένο μόλις μετά το πέρας των εργασιών του επιτυχημένου συνεδρίου για τα 20 χρόνια του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών της Αθήνας, με κεντρικό θέμα την παλιά ρήξη μεταξύ δραματικού κειμένου και σκηνικής πράξης, το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Πιραντέλο έμοιαζε να αποτελεί εφαρμογή των θεωρητικών πορισμάτων του. Κοιτώντας από τη μεριά του συγγραφέα, ο Σικελός δραματουργός βλέπει ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '20 τη ρήξη να ολοκληρώνεται από την ανάρρηση του σκηνοθέτη στο θεατρικό στερέωμα. Και δεν βρίσκει σε αυτή την εξέλιξη ούτε κάποια ειρηνική ούτε μια φυσική πρόοδο: Η αλλαγή από τον θιασάρχη-ηθοποιό στον εξωτερικό παρατηρητή, ρυθμιστή και εν τέλει προαγωγό της σκηνικής τέχνης, φέρνει μια νέα -διόλου καλοδεχούμενη- δομή εξουσίας εντός του θεάτρου. Με μια προφητική ανάταση, διαβλέπει τα αποτελέσματα της παρουσίας του νέου αυτού δικτατορίσκου της παράστασης να καταλήγουν στον περίφημο θάνατο του συγγραφέα. Κι αν μάλιστα καλοδιαβάσουμε το κείμενό του, διακρίνει ίσως ακόμη παραπέρα. Βλέπει κάποια στιγμή και τον θάνατο του ίδιου του σκηνοθέτη, όταν το θέατρο δεν θα έχει πια ανάγκη ούτε τη δική του χειραγώγηση. Αλλα, όμως, ζητεί ο Πιραντέλο. Ζητεί την εξάλειψη κάθε μεσάζοντα ανάμεσα στο μικρό θέατρο της σκηνής και στο μεγάλο του κόσμου, μια ανοιχτή επικοινωνία, που κάνει τα πρόσωπα της σκηνής και της πλατείας να ανταλλάσσουν την υπαρκτικότητά τους.
Μακριά από το αστικό θέατρο του Μεσοπολέμου, που βρήκε στον Πιραντέλο τη χαμένη και γοητευτική ναρκισσιστική του αντανάκλαση (θυμηθείτε τον Μυράτ να προλογίζει αργότερα το έργο με την υποβλητική μουσική του Χατζιδάκι), ο πυρήνας τού «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» δεν είναι τελικά και πολύ για χάζι. Αν μπούμε στον στοχασμό του, βρισκόμαστε στο κέντρο μιας προβληματικής εξαιρετικά σκεπτικιστικής, που σαν μαύρη τρύπα καταπίνει ό,τι την πλησιάζει.
Υπάρχει μια παράμετρος που παραλείπουμε σταθερά στον Πιραντέλο. Το «δυσάρεστο» στο θέατρό του είναι η υπόνοια της σύγκρουσης ανάμεσα σε έναν κόσμο που ζητεί μάταια να επιβεβαιωθεί και σε έναν κόσμο που συνεχώς ματαιώνεται. Αυτή την παράμετρο της βίαιης διαλεκτικής, της εχθρικής συνύπαρξης των αντιθέτων, προβάλλει η διδασκαλία του Περικλή Μουστάκη στην «Ασκηση».
Είναι μάλλον περιττό να κατηγορήσουμε τον σκηνοθέτη για υπερβολή. Είναι ακριβώς η υπερβολή που τον χαρακτηρίζει. Ο Μουστάκης δεν ασχολείται με το θέατρο για να προτείνει ευχάριστες βραδιές. Καθώς εντείνει τον λόγο και μετατρέπει το φώνημα σε σωματική ενέργεια, δημιουργεί ένα γκροτέσκο από σώματα, λέξεις και ήχους που τεντώνονται, συστρέφονται, τανυούνται και συσπώνται. Μια σκηνή που εκτονώνει με βία το σκοτεινό υλικό της, τα απωθημένα της, τολμώ να πω, το ασυνείδητο φορτίο της.
Εδώ, στο «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε», το κείμενο του φασιστοειδούς και σωματικά ημιτελούς Γερμανού σκηνοθέτη του Μεσοπολέμου, όπως τον θέλει ο Μουστάκης, προβάλλεται στον τοίχο μαζί με τους άρρωστους ημιθανείς ηθοποιούς-πρόσωπα. Το ζωντανό θέατρο παίρνει ζωή μόνο με τη σύμβαση και το σώμα των ηθοποιών. Και αποκτά, μαζί με την ενέργεια, τα συμπλέγματα και την αγωνία τους. Αυτό που καταλήγει στους θεατές δεν είναι πια το «κείμενο», αλλά η προσωπική κατάθεση, το σωματικό και πνευματικό «άνοιγμά» τους στο κοινό.
Το πρόβλημα είναι πως από κάποια στιγμή και μετά η πρόταση της παράστασης χάνεται κάτω από το φορτίο της αυτοαναφορικότητάς της. Αλίμονο για όποιον δεν γνωρίζει ή δεν έχει πρόσφατο το έργο του Πιραντέλο! Και ακόμη χειρότερα, αν θυμηθεί ότι το έργο στήνεται πάνω σε ένα παιχνίδι θεατρικότητας, που ζητεί ευελιξία όχι μόνο από το αρχικό «κείμενο» αλλά και από τη σκηνοθετική «άποψη» που το διαμορφώνει. Οπως όμως έχουμε πει και παλιότερα, είναι δύσκολο για την ομάδα της «Ασκησης» να αποδώσει λεπτές διαφορές και υφολογικές αλλαγές. Λιώνει τα πάντα στο καμίνι της έξαψης, εξαφανίζει τα ημιτόνια και τις αποχρώσεις.
Και αν μειώνει αυτό το τελικό αποτέλεσμα, δεν μειώνει την ικανοποίησή μας για την ποιότητα της εμπειρίας που αποκομίζουμε. Για μία ακόμη φορά να τονίσω ότι ο κύριος λόγος της επίσκεψης στην «Ασκηση» είναι οι ηθοποιοί. Δεν βλέπουμε συχνά τέτοια καταπόνηση και τόσο ειλικρινές δόσιμο. Κάποιοι ξεχωρίζουν, ωστόσο το σύνολο αποδεικνύεται ανώτερο των μελών του: Βάσσια Πασπάλη, Αλκης Ζούπας, Ειρήνη Καράογλου, Ειρήνη Κορολόγου, Βίκυ Κυριακίδη, Γιάννης Μπόγρης, Γιώργος Σαπουντζόγλου, Ντίνα Σταματοπούλου, Εφη Τσαρουχά, Νικόλας Χανακούλας. Μαζί τους και ο πιανίστας Αλέξανδρος Κούρος.
Μία ακόμη παρατήρηση, για μια αξιοσημείωτη επίδοση. Πρόκειται για τα βίντεο των Ζήση Κοκκινίδη και Ιωνα Παπασπύρου. Δημιουργούν ένα δυναμικό περιβάλλον, απόλυτα προσαρμοσμένο στον ρυθμό της παράστασης. Μια εικαστική δήλωση της ρητορικής και επιβολής των θεσμών εξουσίας στον χώρο της τέχνης. *
|